Ο αθέατος επαγγελματίας – Σπύρος Κιορσάββας

0
907

 Songstory challenge

Συμμετοχή: Σπύρος Κιορσάββας

Τραγούδι-Έμπνευση: Το ραβασάκι

Ερμηνευτής: Γιώργος Τσαλίκης (Αλέκος Κιτσάκης πρώτη εκτέλεση)

Στίχοι: Αλέκος Κιτσάκης & Ανδρέας Κίτσης

Μουσική: Κώστας Σούκας

 

Ο αθέατος επαγγελματίας

«Δεν υπάρχει πρόβλημα χωρίς λύση. Ακόμη κι αν αυτό το πρόβλημα φοράει νυφικό.»
Η παράξενη αυτή κάρτα βρισκόταν στην καρέκλα της, τρία τραπέζια μακριά από του νιόπαντρου ζεύγους. Ήταν τόσο αδιάφορη, που σχεδόν δε την πρόσεξε. Όταν τελικά τη διάβασε, τα χέρια της άρχισαν να τρέμουν.
«Ποιος στην ευχή ξέρει;», αναρωτήθηκε μέσα από τα σφιγμένα δόντια της. Ενστικτωδώς, έστρεψε το κεφάλι της προς το ζευγάρι, που εκείνη τη στιγμή έκανε την είσοδό του στο χώρο της δεξίωσης. Είδε το αυτάρεσκο βλέμμα της Κάρεν, εκείνο το βλέμμα που πάντα είχε φυλαγμένο για την ίδια, και το μίσος για τη συμμαθήτριά της άναψε ξανά.
«Πολύ αστείο», μουρμούρισε και σηκώθηκε αηδιασμένη. Δε θα υπέμενε κι αυτή την προσβολή. Έκανε να φύγει, όταν ένιωσε ένα χέρι να ακουμπά απαλά τον ώμο της.
«Δεν είναι φάρσα.»
Η φωνή ανήκε σίγουρα σε άντρα, αλλά της ήταν άγνωστη. Μέχρι να προλάβει να γυρίσει και να δει την πηγή της, το άτομο πίσω από τη φωνή είχε χαθεί ανάμεσα στο πλήθος που περιδιάβαινε το χώρο της δεξίωσης.
Την προσοχή της τράβηξε η οθόνη, πάνω στην οποία ήταν στραμμένος ο προτζέκτορας. Ο κουμπάρος είχε την -καθόλου πρωτότυπη, κατά τη γνώμη της Μιλένα- ιδέα να προβάλλει ορισμένες φωτογραφίες του ζευγαριού, ένα mash-up από ευτυχισμένες στιγμές τους, όπως ανακοίνωνε εκείνη τη στιγμή από το μικρόφωνο.
Μια, δύο, δεκαπέντε φωτογραφίες, γλυκανάλατη μουσική, το ύφος της Κάρεν σκέτη ξινίλα καλυμμένη άκομψα με ένα χαμόγελο πιο πλαστικό κι από τα χείλη της… Κι όμως, η Μιλένα δεν έλεγε να φύγει. Περίμενε. Κι αν η φωνή έλεγε αλήθεια; Κι αν το πρόβλημα “Κάρεν” όντως λυνόταν; Τότε ο Τσάρλι, ο κάποτε καλύτερος φίλος της, θα ήταν απαλλαγμένος από τη “Μέγαιρα του Σαν Ραφαέλ”… Αλλά όχι, παραήταν κακή σκέψη, ήταν έγκλημα, κι έπρεπε να το σταματήσει…
Και τότε, πριν ακόμη προλάβει να οργανώσει τις σκέψεις της και να αρχίσει να αναζητά τη μυστηριώδη φωνή, ακούστηκε ο χειρότερος δυνατός ήχος που θα μπορούσε να ακουστεί σε γάμο.
Ένα δυνατό “μπαμ”, μια κόκκινη κηλίδα, τα μάτια της Κάρεν ανοιγμένα διάπλατα, κενά και ανέκφραστα, με όλα τα μάτια στραμμένα πάνω της, γεμάτα απορία και σοκ…
Κι έπειτα, η γροθιά του Τσάρλι σηκώθηκε από το τραπέζι που μόλις είχε κοπανήσει κι έπεσε με φόρα στο πρόσωπο του κουμπάρου, ο λεκές από το κρασί απλωνόταν ολοένα και περισσότερο το λευκό νυφικό και η Μιλένα δεν ήξερε πια αν έπρεπε να λυπηθεί ή να σκάσει στα γέλια, όσο οι φωτογραφίες της Κάρεν με τον κουμπάρο σε στάσεις διόλου κατάλληλες για ένα σεμνό κοινό διαδέχονταν η μία την άλλη.
Η Μιλένα βγήκε από την αίθουσα, κρατώντας στα χέρια της το παράξενο εκείνο ραβασάκι. Ήταν σίγουρη πως δε θα έβρισκε ποτέ τον άγνωστο που είχε “ξεθάψει” εκείνες τις φωτογραφίες. Δε την ενδιέφερε. Το μόνο που την ένοιαζε εκείνη τη στιγμή, ήταν ότι ο φίλος της είχε γλιτώσει. Και η ίδια είχε πάρει την εκδίκησή της, έστω κι έμμεσα.

Αν σου άρεσε η ιστορία, ψήφισέ την εδώ.